Σε μια μεγάλη πολιτεία,
ένα μικρό κορίτσι έψαχνε για τον ήλιο.
Της είχανε πει πως ο ήλιος είναι το φως,
η ζέστη, η ζωή.
Το μικρό κορίτσι έψαχνε παντού
και ρωτούσε τους περαστικούς που συναντούσε,
αν είχαν δει τον ήλιο.
"Δεν τον βλέπεις;" της έλεγαν.
Και της έδειχναν τον ουρανό.
Το κορίτσι ήταν πολύ μικρό
και δεν ήξερε πώς να τους το πει.
Είχε ακούσει πως ο ήλιος κυκλοφορεί στους δρόμους,
στα πάρκα, μπαίνει μέσα στα σπίτια,
χαμογελάει στους ανθρώπους.
"Είναι ζωντανός ο ήλιος;" ρωτούσε.
Της έδειχναν τον ουρανό και γελούσαν μαζί της.
"Κάποια μέρα θα τον βρω τον ήλιο",
έλεγε το μικρό κορίτσι.
"Θα έχει μάτια και χέρια και φωνή - σαν και μένα!
Και θα γίνουμε φίλοι".
Οι άνθρωποι είχαν μεγαλώσει πολύ.
Κουράστηκαν να την ακούνε
και δεν της ξαναμίλησαν για τον ήλιο.
Στο κάτω κάτω, ένα μικρό κορίτσι
μπορεί να ονειρεύεται. Όσο θέλει.
Κάποια μέρα, το μικρό κορίτσι
βρέθηκε στην πολιτεία του παραμυθιού.
Το είπε στους άλλους: τα σπίτια είναι από γυαλί.
Οι δρόμοι από γυαλί. Και οι άνθρωποι από ήλιο!
Κανένας δεν την πίστευε.
Στη μεγάλη πολιτεία, ο χρόνος έτρεχε γρήγορα,
οι δρόμοι ήταν από άσφαλτο
και ο ήλιος έβγαινε πολύ μακριά,
ψηλά, στον ουρανό.
Οι άνθρωποι ήταν όλοι κουρασμένοι.
"Δεν σε πιστεύουμε", της είπαν και δεν της ξαναμίλησαν.
Πέρασε καιρός και το μικρό κορίτσι μεγάλωσε.
Περπατάει στους δρόμους της πολιτείας
που είναι από άσφαλτο, συναντάει
τους κουρασμένους ανθρώπους
και ψάχνει πάντα για τον ήλιο.
Ξέρει καλά πως ο ήλιος χωράει
στα μάτια των ανθρώπων,
στα παιδικά όνειρα και στα παραμύθια.
Κάθε φορά που προσπαθεί να το πει αυτό
στους κουρασμένους ανθρώπους,
εκείνοι της γυρίζουν την πλάτη
με ένα μικρό φόβο και της δείχνουν τον ουρανό.
"Εκεί είναι ο ήλιος!"
της λένε και δεν ασχολούνται μαζί της.
Το μικρό κορίτσι που μεγάλωσε
στην πολιτεία με την άσφαλτο,
είναι ένα ολόκληρο μικρό παραμύθι
για κείνους που πιστεύουν ακόμα
στα παραμύθια, στα όνειρα, στην αγάπη,
και στον ήλιο που κατοικεί
μέσα στις καρδιές των ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου